Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

κεφάλαιο 9


ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΓΙΑΤΡΕ, ΤΗΝ ΚΑΘΕ ΑΥΓΗ...




...εγώ εδώ γεννήθηκα, στο Βαράνασι, αλλά στα δέκα μου αναγκαστήκαμε και μεταναστεύσαμε οικογενειακώς, τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά, κινδυνεύαμε, δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική...αργότερα προσπάθησα να γυρίσω...πολλές φορές... αλλά μου αρνιόντουσαν την είσοδο στη χώρα...έτσι, τελικά δοκίμασα αυτό τον τρόπο, σαν χριστιανός πια...αποδείχθηκε πως ο μόνος τρόπος να γυρίσω στην πατρίδα μου ήταν σαν μέλος αυτής της ιεραποστολής... Ο άνθρωπος που μιλούσε ήταν γύρω στα σαράντα,μελαχροινός, εύκολα μπορούσες να τον πάρεις για μεσογειακό. Έχει μακριά ανάκατα μαλλιά και η πλακουτσή του μύτη δεσπόζει πάνω από την άγρια γενειάδα του, λεκιασμένη σε δυο τρία σημεία από συστάδες με άσπρες τρίχες. Μιλά στην ελβετίδα γυναίκα που είναι καθισμένη δίπλα μου, με δυσκολία τον ακούω να λέει την ιστορία του στα αγγλικά με αμερικανική προφορά. Από τον τρόπο που κινιόταν στο χώρο είχα καταλάβει από πριν ότι δεν είναι επισκέπτης, αν και τα ρούχα του μπορούσαν κάλλιστα να υποδείξουν αυτό ακριβώς.
Στρέφω την προσοχή μου προς εκεί, τώρα τον βλέπω και τον ακούω να περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει αυτό το χριστιανικό άσραμ... Ο χώρος στον οποίο στεγάζεται ουσιαστικά αποτελεί τμήμα του περιβάλλοντος χώρου ενός αρχοντικού που ανήκει σε μια οικογένεια πλούσια. Φυσικά παραχωρείται έναντι αντιτίμου. Αυτό που συμβαίνει λοιπόν είναι το εξής, από τη στιγμή που νοικιάστηκε ο χώρος στους χριστιανούς, αρχίζει ένα σερί από κακοτυχίες και σύμφορες για την ιδιοκτήτρια οικογένεια: ένα παιδί γεννιέται με βαριά αναπηρία, δεύτερο παιδί γεννιέται με σύνδρομο Ντάουν, η γυναίκα βρίσκεται με νεοπλασματική νόσο, ένας συγγενής παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο. Αρχίζει να κυκλοφορεί μια φήμη και μια θεωρία που όσο περνά ο καιρός, από στόμα σε στόμα γίνεται και πιο έντονη, διογκώνεται: η θεά Κάλι, η θεά της καταστροφής, παίρνει την εκδίκησή της. Είναι εξοργισμένη που ένα κομμάτι του σπιτιού, το οποίο για κάποιο λόγο θεωρεί δικό της, έχει εκχωρηθεί στη λατρεία της ξένης πίστης. Και ήταν η δουλειά αυτού του ανθρώπου, με την διττή ιδιότητα του ντόπιου αλλά και του μέλους της αποστολής, να έρθει σε επικοινωνία με την εν λόγω οικογένεια, να προσεγγίσει τους χτυπημένους ανθρώπους με καλό τρόπο και να σβήσει τη φωτιά που σε λίγο θα ακυρώσει κάθε προοπτική συνέχειας της αποστολής σ'αυτό το μέρος. Να προσπαθήσει να κατευνάσει τα πνεύματα και να φέρει τις δυο πλευρές κοντύτερα. Πώς να εξευμενιστεί η θεά? Δεν έμαθα αν ευόδωσε η προσπάθειά του. Κοιτάζω προς τη μεριά του αρχοντικού. Δεν φαίνεται τίποτε, το σπίτι και ο υπόλοιπος κήπος είναι κρυμμένα πίσω από ένα ψηλό μαντρότοιχο με σπασμένα γυαλιά τσιμεντωμένα στην κορυφή. Μια μεγάλη πινακίδα με κόκκινα γράμματα προειδοποιεί ρητά και έντονα ότι η είσοδος απαγορεύεται αυστηρά...
Την συντροφιά προσεγγίζει ένα παλικάρι γύρω στα εικοσιπέντε,με παχιά κόκκινη γενειάδα. Έρχεται σε μένα να με συγχαρεί, του άρεσε πολύ ο τρόπος που έπαιζα το κρουστό. Συστηνόμαστε, είναι ο Gadi, έρχεται από το Ισραήλ, ταξιδεύει με την παρέα του εδώ και δυο μήνες, έχει τουλάχιστον άλλους τρεις μήνες να ταξιδέψει μπροστά του. Στο Βαράνασι παρακολουθεί μαθήματα μουσικής, μαθαίνει το μπανσουρί, το αντίστοιχο του ευρωπαϊκού φλάουτου, μόνο που το ινδικό ξαδελφάκι είναι φτιαγμένο από μπαμπού. Του λέω πως ξέρω να παίζω νέυ, ένα φλάουτο γνωστό σε όλη τη μέση ανατολή, και πως τα καταφέρνω λίγο και με το μπανσουρί. Χαμογελώντας, κάνει μια κίνηση και βγάζει ένα καλαμένιο φλαουτάκι από το σακίδιο του, το οποίο και μου προσφέρει. Χαρούμενος το παίρνω στα χέρια, βλέπω την έκπληξη να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του όταν προσπαθώ να του παίξω τον εθνικό ύμνο της χώρας του στο μπανσουρί. Ξεκινάμε μια κουβέντα που ξεκινά από το πώς ένας Έλληνας χωρίς να έχει πάει ποτέ στο Ισραήλ γνωρίζει τον εθνικό ύμνο, και συνεχίζει με τη συμμετοχή και των υπολοίπων σχετικά με τον ιουδαϊσμό, τον εβραϊκό πολιτισμό, τα εβραϊκά έθιμα, τις διάφορες θρησκευτικές τάσεις μεταξύ των Εβραίων. Ο ίδιος ο Gadi ανέφερε πως θεωρεί τον εαυτό του αποστασιοποιημένο από θρησκευτικά κατεστημένα, και πως κρατά μια φιλελεύθερη και κριτική στάση απέναντι σε φλέγοντα ζητήματα που αφορούν εκείνη τη γωνιά του κόσμου. Από τη μεριά μου προσπάθησα να κρατηθεί η συζήτηση μακριά από σημεία ακανθώδη όπως η πολιτική και η χάραξη πολιτικής από διάφορες χώρες στη μέση ανατολή. Κάνεις δεν θα κέρδιζε τίποτε από διαξιφισμούς που μοιραία θα φέρνανε πίκρα και αντιπαλότητα. Άλλωστε ούτε η στιγμή ήταν κατάλληλη, ούτε ο τόπος, είμαστε φιλοξενούμενοι. Επιπρόσθετα, όλοι οι υπόλοιποι δείχνανε τα διατηρούν ανάλογη στάση.
Η κουβέντα είχε πάρει μεταφυσική κατεύθυνση, όταν ένας νεαρός πλησίασε το μέλος της συντροφιάς που ήταν από το Νεπάλ. Μαθαίνουμε για πολιτική αναταραχή στη χώρα. Κυκλοφορούν φήμες ότι έκλεισαν τα σύνορα με τα γειτονικά κράτη μέχρι να καταλαγιάσει ο θόρυβος. Κανείς δεν μπορεί να εισέλθει ή να εξέλθει στη χώρα. Ο άνθρωπος από το Νεπάλ έμεινε ανέκφραστος, έτσι μου φάνηκε εμένα τουλάχιστον. Κάποια στιγμή δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ τι ακριβώς έκανε αυτός ο άνθρωπος στη γιορτή του χριστιανικού άσραμ. Αργότερα αναρωτήθηκα το ίδιο και για το Gadi. Και σχεδόν αμέσως σκέφτηκα πως πριν από ένα μήνα, θα αναρωτιόμουν και εγώ ο ίδιος για την δική μου παρουσία εδώ.
Νιώθω ότι η ώρα είναι περασμένη πια και πως πρέπει να αποχωρώ σιγά σιγά. Νιώθω τα δέκατα να μου πονάνε τα μάτια. Αρχίζω να χαιρετώ τους άλλους καλεσμένους όταν ο Gadi σηκώθηκε κι αυτός ανακοινώνοντας πως και εκείνος πρέπει να πηγαίνει. Ευχαριστήσαμε τους οικοδεσπότες για τη φιλοξενία, το σπιτικό φαγητό και το απολαυστικό κήρυγμα και πήραμε το δρόμο για τα ghats.
Βαδίζω κατά μήκος της όχθης πλάι στο καινούργιο φίλο μου, συζητώντας περί ταξιδίων, περί προορισμών, περί ανέμων και υδάτων. Σε ένα σημείο ο Gadi σταματά:
-Εδώ πρέπει να σε αφήσω...
-Και γιατί δεν έρχεσαι μέχρι τη γωνία να πιούμε ένα τσάι? του προτείνω παραξενεμένος από την απρόσμενη αλλαγή στάσης του.
-Ξέρεις είναι Παρασκευή σήμερα.
-Ε, και?
-Να, σε λίγο αρχίζει το Σαμπάτ...
-ε, και...
-Ε, με την παρέα μας μαζευόμαστε εμείς κάθε Παρασκευή απόγευμα να τιμήσουμε την παράδοση... θα σου έλεγα να έρθεις και εσύ, αλλά ξέρεις, δε γίνεται...
Νιώθω λίγο αμήχανος, δεν ξέρω αν θα έπρεπε να νιώσω άσχημα ή να γελάσω, η εξέλιξη αυτή πραγματικά δεν μου είχε περάσει από το μυαλό. Αποχαιρετιστήκαμε, εγώ λίγο μουδιασμένα. Στις μέρες που ακολούθησαν στο Βαράνασι συναντηθήκαμε δυο τρεις φορές, μιλήσαμε με εγκάρδιο τρόπο.
Μπορείς να βγάλεις το παιδί μέσα από τη χώρα του, αλίμονο όμως, δεν μπορείς να βγάλεις τη χώρα μέσα από το παιδί. Υπήρχε ένας τοίχος που χώριζε ''εμάς'' από τους ''άλλους''. Εγώ ήμουν προφανώς από τη μεριά των ''άλλων''. Αυτό τον τοίχο τον βρήκε ήδη υψωμένο, ο ίδιος άνθρωπος με τον οποίο περάσαμε μαζί καλά σε μια γιορτή ξένη σχεδόν το ίδιο και για τους δυο, οπού δεχθήκαμε την απλόχερη καλοσύνη αγνώστων. Ήταν αυτός ο τοίχος που με κράτησε απέξω από τη γιορτή του Σαμπάτ. Δεν έκανε πολλά να τον χαμηλώσει. Ο καινούργιος συμπαθής φίλος μου, κριτικός απέναντι στην εβραϊκή θρησκευτική παράδοση, αποδείχθηκε λιγότερο αποστασιοποιημένος από ότι φαινόταν, αφού ένιωθε την ανάγκη πέντε χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά από τη Γη της Επαγγελίας, να γιορτάσει με τους ομόθρησκους του και μόνο,για να συνεχιστεί η παράδοση αιώνων.
Ο μαντρότοιχος είχε σπασμένα μπουκάλια τσιμεντωμένα στην κορυφή του.



1 σχόλιο: